- κατασφαλισθέντα
- κατασφαλίζομαιfortifyaor part mp neut nom/voc/acc plκατασφαλίζομαιfortifyaor part mp masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.